Αναφορά στον Γκρέκο, 1961

"Η αξία του ανθρώπου είναι μονάχα ετούτη: να ζει και να πεθαίνει παλικαρίσια και να μην καταδέχεται αμοιβή.
Κι ακόμα ετούτο, το τρίτο, ακόμα πιο δύσκολο: η βεβαιότητα πως δεν υπάρχει αμοιβή, να μη σου κόβει τα ήπατα παρά να σε γεμίζει χαρά, υπερηφάνεια και αντρεία."

Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2013

Αφιερωμένο στα "παιδιά της αλάνας"...

Αυτό το άρθρο είναι αφιερωμένο στα "παιδιά" που έφαγαν γόνατα, κεφάλια ή χέρια στο τσιμέντο κάποιας αλάνας ή πλατείας, στις κοτρώνες κάποιου χωραφιού ή στα μπαλκόνια κάποιας πολυκατοικίας, κυνηγώντας από πίσω μια μπάλα (ή οτιδήποτε υποκατάστατο αυτής...), σε αυτούς που λησμονούν τα χρόνια της αθωότητας που τα πράγματα φαίνονταν πολύ πιο απλά, και το παιχνίδι ήταν η μόνη μας έγνοια...

Οι 10 μεγάλες αλήθειες για το ποδόσφαιρο των παιδικών μας χρόνων (Μέρος Α’)



Με βάση μια συζήτηση που είχαμε και μια εικόνα που κατά τύχη πετύχαμε στο ίντερνετ αποφασίσαμε να φτιάξουμε μια λίστα που θα περιγράφει το ποδόσφαιρο της αλάνας. Ίσως τα πράγματα πλέον να έχουν αλλάξει, ίσως τα δικά μας βιώματα να είναι διαφορετικά από αυτά άλλων, αλλά θεωρώ ότι αν κάποιος είναι πάνω από 25 ετών και μεγάλωσε σε κάποια πόλη θα συμφωνήσει τουλάχιστον με κάποια από τις δέκα μεγάλες αλήθειες.
1. Το πιο σημαντικό άτομο είναι ο ιδιοκτήτης της μπάλας

Ποδόσφαιρο χωρίς μπάλα δεν γίνεται και η μπάλα όταν ήμασταν μικροί ήταν από τα μεγαλύτερα γκάτζετ (μια που τότε δεν είχαμε κινητά και εκτός από το γκειμ-μπόι και τον Άμστραντ δεν υπήρχε τόση τεχνολογία). Για κάποιον ανεξήγητο λόγο μπορεί να είχαμε καινούρια παπούτσια, αλλά λίγοι είχαν μπάλες. Και έπρεπε να τους έχουμε από κοντά. Κατά διαβολική σύμπτωση μπάλα είχε πολύ συχνά κάποιος αχώνευτος μαλακάκος. Έτσι λοιπόν το ποδόσφαιρο μας μάθαινε από μικρούς την κοινωνική υποκρισία και τα ψεύτικα χαμόγελα προς άτομα που δεν χωνεύαμε.
Και αν δεν ήταν μαλακάκος, σίγουρα ήταν από τους πιο άσχετους ποδοσφαιρικά και όταν έπιανε αέρα δεν μπορούσες να τον βρίσεις όσο ήθελες, καθώς πιθανότατα δεν θα ξαναέπαιζες. Πάντως, τώρα που το σκέφτομαι, ίσως ο ιδιοκτήτης της μπάλας να ήταν το δεύτερο πιο σημαντικό άτομο και το πρώτο να ήταν η μάνα του. Γιατί αυτή θα ερχόταν να τον μαζέψει για να πάει να φάει ή δεν θα τον άφηνε να βγει από το σπίτι επειδή έπρεπε να διαβάσει ή επειδή φοβόταν μήπως αρρωστήσει ο κανακάρης της.

2. Πενία τέχνας κατεργάζεται (τι γίνεται όταν δεν έχεις μπάλα)


Πολλές φορές ήθελες να παίξεις και δεν είχες μπάλα. Εκεί φαινόταν η δημιουργικότητα και η φαντασία σου. Αγαπημένα ήταν τα κουτιά γάλα συσκευασίας τετραπάκ ή όπως αλλιώς λέγεται, εκείνα τα τετράγωνα που είχαν αρκετό όγκο για να μπορείς να τα κλωτσήσεις και τόσο παράξενο σχήμα που ούτε ο Ζουνίνιο Περναμπουκάνο δεν μπορούσε να βάλει τα κατάλληλα φάλτσα. Επίσης πολύ της μόδας ήταν τα μπουκαλάκια νερού, τα κουτάκια από αναψυκτικά, τα μικρά κουτάκια από χυμούς που ήταν πιο μανιτζέβελα, αλλά χαλούσαν και ευκολότερα. Γιατί πάντα βρισκόταν κάποιος αρκετά άμπαλος που θα πατούσε το κουτί και από τρισδιάστο αντικείμενο θα γινόταν κάτι σαν το πακ του χόκεϊ επί πάγου. Ταυτόχρονα με την μετατροπή της μπάλας σε πακ, το παιχνίδι από ποδόσφαιρο γινόταν κλωτσοπατινάδα, αλλά δεν είχε τόση σημασία. Το γκολ πανηγυριζόταν και πάλι σαν να ήταν τελικός ΤσαμπιονσΛί.


3. Δεν έχουμε εστίες, ας φτιάξουμε
Γήπεδα μπάσκετ υπήρχαν, όχι πολλά αλλά υπήρχαν. Γήπεδα ποδοσφαίρου όχι. Έτσι λοιπόν οι εστίες ήταν αυτοσχέδιες. Το σύνηθες ήταν τον ρόλο των δοκαριών να τον παίζουν τα μπουφάν, οι μπλούζες και γενικά τα εφόδια του καθενός. Αν ήσουν πιο τυχερός τότε υπήρχε κάποιο δέντρο ή κάτι αντίστοιχο που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως δοκάρι. Για παράδειγμα εγώ έπαιζα σε γήπεδο με προτομές ηρώων που έκαναν τέλεια τα δοκάρια. Βέβαια η μια «εστία» ήταν πιο μικρή σε μήκος από την άλλη (γιατί είχαν βάλει τα αγάλματα πιο κοντά), αλλά αυτό το λύναμε εύκολα αλλάζοντας εστία σε κάθε ημίχρονο. Το πρόβλημα ήταν πιο σοβαρό όταν διάφοροι περαστικοί μας έκραζαν γιατί δεν σεβόμασταν αυτούς που θυσιάστηκαν για εμάς. Άντε τώρα να τους εξηγήσεις ότι με τόση μπάλα είχα μάθει όλες τις χρονολογίες γέννησης των ηρώων και τους τόπους καταγωγής τους.
Και αν το πρόβλημα των κάθετων δοκαριών λυνόταν, τα οριζόντια ήταν μια μεγάλη πληγή. Ο άγραφος νόμος του ποδοσφαίρου αλάνας λέει ότι το οριζόντιο δοκάρι πάντα τοποθετείται νοητά στο μέγιστο ύψος που φτάνει ο εκάστοτε τερματοφύλακας. Μεγάλη διαφορά από το κανονικό ποδόσφαιρο που ο ψηλός τερματοφύλακας είναι πλεονέκτημα. Όπως είναι φυσικό, με την απουσία ριπλέι και εποπτών, υπήρχαν πολύ συχνά διαφωνίες για το αν κάποια σουτ ήταν γκολ ή «πολύ ψηλά».

4. Πού παίζει ο καθένας

Όλοι θέλουν να βάζουν γκολ, όλοι θέλουν να σκοράρουν, αλλά δεν γίνεται. Ο κανόνας λέει ότι οι πιο άμπαλοι μπαίνουν στην άμυνα και ο πιο χοντρός στο τέρμα. Συνήθως ο πιο χοντρός είναι κι ο τελευταίος που επιλέγεται, ένα κοινωνικό στίγμα που δύσκολα ξεχνιέται. Αν τώρα δεν υπάρχει χοντρός ή κάποιο κορόιδο που θέλει να κάθεται τέρμα, υπάρχει ο δημοκρατικός κανόνας σύμφωνα με τον οποίο το τέρμα αλλάζει κάθε δύο γκολ. Φήμες λένε ότι κάποιοι άφηναν τα γκολ επίτηδες ώστε να επιστρέψουν μια ώρα αρχύτερα στο κανονικό παιχνίδι. Ειδική μνεία πρέπει να γίνει στο μπακότερμα είτε λόγω αριθμητικής ανισορροπίας των ομάδων, είτε επειδή δεν άντεχε να μην παίζει λίγο κι αυτός.



5. Χάσαμε την μπάλα

Το ποδόσφαιρο δεν είναι τένις ή πινγκ πονγκ και η μπάλα είναι μεγάλη. Παρ” όλα αυτά, δεν ήταν λίγες οι φορές που η μπάλα έφευγε. Είτε σε κάποιο μπαλκόνι, είτε σε κάποια στέγη, είτε σε κάποιον δρόμο, είτε οπουδήποτε τέλος πάντως μπορούσε να πάει μια μπάλα από ένα κακό δυνατό σουτ. Η χειρότερη μοίρα όμως της μπάλας ήταν μία. Να πάει κάτω από ένα αυτοκίνητο. Η προσπάθεια επανάκτησής της ένας πραγματικός γολγοθάς, με πιτσιρίκια να απλώνουν τα πόδια τους για να κάνουν κάτι σαν τάκλιν και να την φτάσουν την στιγμή που είχε καρφωθεί. Το επίπεδο δυσκολίας ανέβαινε κι άλλο, όταν ο δρόμος ήταν γεμάτος νερά, φαινόμενο όχι σπάνιο σε ελληνικό δρόμο, κι ο ήρωας έπρεπε να γίνει μούσκεμα για να συνεχιστεί το παιχνίδι. Ειδικά μάλιστα όταν συνήθως υπήρχε και η διαφωνία αν υπεύθυνος ήταν αυτός που είχε στείλει την μπάλα εκεί ή η ομάδα που είχε την κατοχή.


ΥΓ: Θυμάμαι ακόμα ένα καλοκαίρι στα μέσα της δεκαετίας του 1990, σε ένα χωριό της ορεινής Γορτυνίας, να ξελιθαριάζουμε με τις τσάπες του παππού, μαζί με τον Θανάση, τον Σταύρο, τον Χρηστάρα, τον Νικόλα, τον Χρόνη και τους υπόλοιπους, το μόνο επίπεδο χωράφι του χωριού για να παίξουμε μπάλα...

Δεν υπάρχουν σχόλια: